Οι προπονητικές προσεγγίσεις (LATM- long term athlete development) και τα οφέλη τους στα παιδιά

Ο παιδικός εγκέφαλος είναι ένα ταχύτατα αναπτυσσόμενο όργανο, δεκτικό πληθώρας ερεθισμάτων, η ενστάλαξη και αποθήκευση των οποίων θα τα ακολουθεί για το υπόλοιπο της ζωής τους. Δεδομένου αυτού, ένα από τα σημαντικότερα ερεθίσματα που μπορούμε να προσφέρουμε στα παιδιά μας, είναι αυτό της άσκησης, της γυμναστικής. Παρακάτω θα διασαφηνίσω i) ποια η συμμετοχή της κληρονομικότητας και του περιβάλλοντος στην επιρροή και εξέλιξη των ικανοτήτων τους, ii) τί είδους ερεθίσματα είναι τα κατάλληλα ανά ηλικία και πάντα σε συμφωνία και με τη δυναμική της ηλικίας που διανύει το παιδί και iii) πώς επηρεάζεται ο παιδικός εγκέφαλος από τη συμμετοχή του παιδιού σε αθλητικές δραστηριότητες. Η πολυπλοκότητα και  ποικιλότητα του θέματος χρειάζεται δεκάδες σελίδες ανάπτυξης, κάτι που θα ήταν αποτρεπτικό για έναν γονιό να ασχοληθεί. Γι’ αυτό θα γράψω πολύ συνοπτικά μόνο τα απαραίτητα, που θα καταστήσουν κατανοητά στον γονέα το γιατί πρέπει να βάλει το παιδί του, από μικρή ηλικία, σε αθλητικές δραστηριότητες και, σημαντικό αυτό, το τί θα πρέπει να προσδοκά από την εκάστοτε δραστηριότητα – ως ερέθισμα – για το παιδί του. Το πληροφοριακό περιεχόμενο είναι αντλημένο από το διαδικτυακό μάθημα “The science of training young athletes” του University of Florida, το οποίο έχω παρακολουθήσει, σε συνδυασμό με τις γνώσεις μου ως απόφοιτος του πανεπιστημίου των ΤΕΦΑΑ . 

Η ικανότητα (ability) από την επιδεξιότητα (skill) διαφέρουν! Η ικανότητα είναι, κυρίως, ένα γενετικά προκαθορισμένο χαρακτηριστικό το οποίο επηρεάζει την αθλητικο-κινητική απόδοση και δύσκολα αλλάζει, συνιστώντας έτσι το βασικό οπλοστάσιο του αθλητή ώστε να καταφέρει να γίνει επιδέξιος (skillful). Θα μπορούσαμε να το δούμε σαν τον χαρτοπαιχτικό ισοδύναμο της “μοιρασιάς” χαρτιού που θα μοιραστεί στον παίκτη. Υπάρχουν 5 κινητικές δεξιότητες, τρόπον τινά, κληρονομικές, οι i) αντοχή, ii) δύναμη, iii) ταχύτητα, iv) συντονισμός, v) ελαστικότητα. Η επιδεξιότητα ωστόσο αποτελεί προϊόν των παραπάνω γενετικών χαρακτηριστικών σε συνδυασμό με την προπόνηση, την αφοσίωση και την επανάληψη του αντικειμένου ενασχόλησης. 

Όπως ανέφερα για τον ευεπίφορο εγκέφαλο στην αρχή, μέχρι την ηλικία των 8 ετών, αυτός, είναι κατά 90%-95% αναπτυγμένος και η έκθεση των παιδιών σε διάφορες μορφές κίνησης επηρεάζουν σημαντικά την ανάπτυξή του. Μετά τα 12 έτη, η ανάπτυξή του – και του νευρολογικού συστήματος- επιβραδύνεται. Το νευρικό σύστημα αναπτύσσεται σε μεγάλο βαθμό ως τα 12 έτη και, θεωρητικά, οι δεξιότητες συντονισμού του παιδιού πρέπει να έχουν αναπτυχθεί πλήρως σε αυτή την ηλικία! Η νευρολογική ωρίμανση λοιπόν, καθορίζει την ικανότητα συντονισμού του νέου αθλητή, ο οποίος συντονισμός επηρεάζει την ποιότητα και σταθερότητα της απόκτησης αθλητικών δεξιοτήτων.  

Το βασικό παράθυρο για την ανάπτυξη των χοντρικών κινητικών δεξιοτήτων, βρίσκεται αναμεταξύ των 0-5 ετών, οπότε και χτίζονται τα εγκεφαλικά κυκλώματα που φιλοξενούν τον κινητικό έλεγχο. Η κινητική έκθεση αναμεταξύ των 5-9 ετών αναπτύσσει τις πιο εκλεπτυσμένες κινητικές δεξιότητες αλλά και τα βασικά κυκλώματα για την εκμάθηση αθλητικών δεξιοτήτων που απαιτούν τον συντονισμό και την επιδεξιότητα των άκρων. Για να γίνω πιο συγκεκριμένος, οι προπονητικές προσεγγίσεις ανά ηλικία είναι οι κάτωθι :  

0-6 ετών : Δεν υπάρχει κάποια επίσημη προπονητική ειδίκευση εδώ. Αποτελεί ένα ενεργητικό ξεκίνημα για τα παιδιά και ο βασικός στόχος είναι να τα εισαγάγουμε σε μια ποικιλία κινήσεων ώστε να εξοικειωθούν με την εξερεύνηση της εν γένει κινησιολογίας, όπως να τρέχουν, να κλωτσάνε, να ρίχνουν κλπ. 

6-9 ετών : Ο βασικός σκοπός σε αυτές τις ηλικίες είναι το να περάσουν ευχάριστες προπονήσεις με τους φίλους τους και τον εκπαιδευτή και να νιώσουν σίγουρα και ασφαλή με τις κινήσεις τους. Οι κανόνες που τους μεταδίδουμε θα πρέπει να είναι απλοί. Επίσης να τους μεταλαμπαδεύουμε τη βασική αθλητική ηθική και να τα βοηθάμε να γίνονται ικανά στη λήψη ορθών αποφάσεων κατά τη διάρκεια των ασκήσεων και των παιχνιδιών. Η νευρολογική τους ωρίμανση επιτρέπει τη βελτίωση της ταχύτητας, της ελαστικότητας, της τεχνικής κατάρτισης και την εκμάθηση αυτών των θεμελιωδών κινήσεων που θα χτίσουν τις εξελίξιμες δεξιότητες του μέλλοντός τους. 

9-12 ετών : Σε αυτή τη φάση ο εγκέφαλος πλησιάζει σε πολυπλοκότητα και μέγεθος αυτή των ενηλίκων. Η λείανση και ο εξευγενισμός των θεμελιωδών κινητικών δεξιοτήτων είναι μείζονος σημασίας. Βελτιώσιμα είναι η αντοχή και η δύναμη, είτε μέσω παιχνιδιών, είτε μέσω ασκήσεων. Η χρησιμοποίηση του βάρους του σώματος για αυτούς τους σκοπούς αποτελεί ιδανικό σύστημα με πολύπλευρα οφέλη και αποτελέσματα 

12-15 ετών : Η φάση αυτή χαρακτηρίζεται από ταχύτατες φυσιολογικές αλλαγές. Αυτές μπορεί να επηρεάσουν τον συντονισμό και τις κινητικές δεξιότητες των παιδιών. Λόγω πιθανής απότομης αύξησης ύψους, χρήσιμες είναι οι ασκήσεις ευλυγισίας. 

15-21 : Η αφοσίωση σε ένα άθλημα είναι ιδανική επιλογή για αυτή την ηλικία. Αποτελούν χρήσιμες πληροφορίες για τα παιδιά τα περί διατροφής, αποκατάστασης, πρόληψης και διαχείρισης τραυματισμών, αθλητικής ψυχολογίας, κλπ. Συνίσταται η προπόνηση να εξατομικεύεται για κάθε παιδί, αλλά και να εξασκούνται σε καταστάσεις μίμησης (δι)αγωνιστικών συνθηκών. 

Το προπονητικό πρόγραμμα, για κάθε ηλικία που αναφέρθηκε παραπάνω, πρέπει να έχει τη λεγόμενη “ροή”. Η επίτευξη της ροής σε έναν αθλητή, σημαίνει πως αυτός-ή αισθάνεται πως έχει τον έλεγχο, αλλά βρίσκεται ταυτόχρονα σε μια κατάσταση πρόκλησης, όχι όμως πολύ υψηλής ώστε να αισθάνεται ανίκανος. Η χρυσή τομή εδώ, είναι να νιώθει τη διέγερση της πρόκλησης μεν, αλλά να αισθάνεται και ότι η απολαβή/ανταμοιβή είναι επιτεύξιμη δε και εντός του πεδίου προσπαθειών που καταβάλλει. 

Νομίζω πως ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει σε ένα σημαντικό παράγοντα και στοιχείο προπόνησης, το παιχνίδι και συγκεκριμένα το “προμελετημένο-υπολογιστικό παιχνίδι” (deliberate play), ειδικά αν σκεφτούμε τις πολύ νεαρές ηλικίες που συμμετέχουν στις αθλητικές δραστηριότητες. Εν αντιθέσει με τις ασκήσεις οι οποίες απαιτούν προσπάθεια αλλά δεν παράγουν άμεση ανταμοιβή και τη συνακόλουθη χαρά αυτής, τα παιχνίδια είναι σχεδιασμένα για αυτό ακριβώς. Οι συμμετέχοντες πειραματίζονται με κανόνες, τακτικές, ελεύθερες κινησιολογίες, εναλλαγές συνθηκών, κλπ. Τα οφέλη είναι πολλά : απόκτηση και βελτίωση γενικών κινητικών δεξιοτήτων, φυσική κατάσταση, αυτοέλεγχος σωματικός και συναισθηματικός, αντοχή, δύναμη, κιναίσθηση, συνεργασία, στρατηγική σκέψη, ρυθμός, αντανακλαστικά, κλπ. Μόνο να σκεφτούμε τον βασικό κανόνα των “προμελετημένων παιχνιδιών” που λέει να του αφιερώνεται το 80% του συνολικού χρόνου των αθλητικών δραστηριοτήτων έως τα 12 έτη των παιδιών, το 50% του χρόνου αναμεταξύ των 13-15 ετών και το 20% από τα 16 και πάνω, μπορούμε να καταλάβουμε την υπέρμετρη αξία των παιγνιωδών δραστηριοτήτων εντός των μαθημάτων, ως ποιοτική εκπαιδευτική τακτική! 

Πολύ συνοπτικά, όλα τα παραπάνω μάς δείχνουν πόσο σημαντική είναι η ενασχόληση των παιδιών σε αθλητικές δραστηριότητες από μικρή ηλικία. Η έκθεσή τους σε διάφορες μορφές κίνησης θα επηρεάσουν την ανάπτυξη του εγκεφάλου, τις νευρωνικές συνδέσεις, το νευρικό σύστημα και την ποιότητα των κινητικών δεξιοτήτων – για να μην πούμε για το σπουδαίο ψυχοφελές έργο που τους παρέχει. Μέχρι τα 12 έτη, περνάνε κρίσιμες περιόδους οι οποίες θεωρούνται πολύ σημαντικές για τα ερεθίσματα που θα λάβουν, μιας και ελλείψει αυτών, καμία μορφή αργοπορημένου ερεθίσματος δεν μπορεί να επανορθώσει την απουσία αυτή. Πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι τα παιδιά δεν χρειάζονται μια στείρα, αυστηρώς πειθαρχημένη προπόνηση για να γίνουν δυνητικά πετυχημένοι αθλητές, αλλά έχουν ανάγκη και αρκετό, δημιουργικό, έξυπνα δομημένο παιχνίδι για να γίνουν σωστοί και λειτουργικοί σωματότυποι