Ξεκίνησα πολεμικές τέχνες εν μέρει λόγω ανασφάλειας και εν μέρει λόγω του εντυπωσιασμού που μου είχε δημιουργηθεί ως μικρό παιδί απο τις πολλές ταινίες kung fu, karate, box, κλπ πολεμικών τεχνών που κυκλοφορούσαν. Εδώ, θα σταθώ στο θέμα της ανασφάλειας.
Δεν αισθανόμουν καλά με την ικανότητα αυτοπροστασίας μου, παρά τις πολλές ώρες γυμναστικής/βαρών που έκανα απο όσο θυμάμαι τον εαυτό μου. Ήξερα, βαθειά μέσα μου, οτι στην ουσία ήμουν αρκετά τρωτός και ευάλωτος ίσως ακόμα και στην πιο απλή μορφή επίθεσης απο κάποιον που θα γνώριζε έστω και τα στοιχειώδη. Αυτή η αίσθηση, μιάς και διαπερνούσε την πανοπλία της επίπλαστης νεανικής σκληράδας μου, με έκανε να στραφώ στις πολεμικές τέχνες. Ήθελα να μάθω να αμύνομαι και να μάχομαι αποτελεσματικά, να μπορώ να προστατεύω τον εαυτό μου και να κυκλοφορώ με αυξημένη την αίσθηση της αυτοπεποίθησης. Και κάπου εκεί, 22-23 χρονών, ξεκίνησα τις πρώτες προπονήσεις στον μαγικό κόσμο των πολεμικών τεχνών. Βέβαια, ομολογώ, πως μόνο όταν ξεκίνησα την ενασχόλησή μου με το Kung Fu (Yale Cantonese = Gung Fu / Pinyin = Gong fu) ήταν και που έμαθα πραγματικά να αμύνομαι και να μάχομαι. Αλλά το σημαντικότερο που συνειδητοποιώ πια πως μου προσέφερε, είναι οτι μου έμαθε πως να ΜΗΝ μάχομαι! Ή τουλάχιστον να το αποφεύγω επιδεικτικά. Νομίζω πως σε αυτό βοήθησε η ουσία που κρύβεται πίσω απο το φαινόμενο “πολεμικές τέχνες” (πιο συγκεκριμένα “ανατολικές πολεμικές τέχνες”) και εν προκειμένω το Gung fu.
Ο όρος Gung Fu αποτελεί μια γενικότερη ομπρέλα κάτω απο την οποία υπάγονται τα δεκάδες (ή και εκατοντάδες) μαχητικά συστήματα της Κίνας που αναπτύχθηκαν και εξελίχθηκαν ανα τους αιώνες. Στην κινέζικη παραδοσιακή λαϊκή τέχνη, είθισται να χρησιμοποιούν τον όρο αυτόν για να περιγράψουν διαφορετικά πράγματα, όπως α) τον χρόνο, όταν δηλαδή απαιτείται αρκετός χρόνος για κάτι αξιόλογο να επιτευχθει, β) την ικανότητα, όταν απαιτείται αρκετή ικανότητα για να κατακτηθεί μια εργασία οποιασδήποτε μορφής και γ) την πολεμική τέχνη, διότι χρειάζεται χρόνος, ενέργεια, επιμονή και αφοσίωση για να βελτιωθούν οι ικανότητες σε αυτήν. Ο ακριβής ορισμός για τις πολεμικές τέχνες είναι WuShu και για να γίνει κατανοητός ο αληθινός σκοπός των πολεμικών τεχνών, θα πρέπει να αναλυθεί η συμβολική σημασία του χαρακτήρα/ιδεογράμματος WuShu.
Το Wu μεταφράζεται κυρίως ως “πολεμικό(ς)”. Το ιδεόγραμμα είναι προϊόν 2 χαρακτήρων, του Zhi το οποίο συμβολίζει την “παύση”, το “τέλος”, το “σταμάτημα”, και του Ge το οποίο συμβολίζει ενα αρχαίο κινέζικο όπλο τύπου λεπίδα/τσεκούρι. Αυτούσιο λοιπόν το ιδεόγραμμα Wu, σημαίνει την “παύση του μάχεσθαι”, “το σταμάτημα της μάχης”. Αυτό λοιπόν, εξ ορισμού αποκαλύπτει την φιλειρηνική διάθεση και το πνεύμα ομόνοιας που ενυπάρχει στις ρίζες των κινέζικων πολεμικών τεχνών. Εκεί έγκειται η πραγματική δύναμή τους. Όχι μοναχά στην εξωτερικά ωμή, αλλά με τα χρόνια φθίνουσα, δύναμη η οποία μπορει πρόσκαιρα να κυριαρχήσει επι των επίδοξων αντιπάλων μας, αλλά στο εσωτερικό σθένος που χρειάζεται κάποιος για να κυριαρχήσει πρώτα επι τού εαυτού του, δίνοντας προτεραιότητα στην εσωτερική μάχη με τις συναισθηματικές μικρότητες, τα βιολογικά πάθη και τις προσωπικές αδυναμίες του.
Το Shu τώρα, έρχεται να κολλήσει στα προαναφερθέντα με την δική του έννοια. Shu σημαίνει η τέχνη, η ικανότητα, η μέθοδος. Όλο μαζί πια, WuShu σημαίνει η τέχνη της παύσης της μάχης, η τέχνη του μή μάχεσθαι. Αν η εκπαίδευση ανήλικων κι ενηλίκων ερειδόταν στο αυθεντικό πνεύμα της έννοιας αυτής, θεωρητικά ο κόσμος στον οποίο ζούσαμε θα ταλανίζοταν απο σαφώς λιγότερα προβλήματα-κάθε είδους. Εκτός των επαγγελματιών μαχητών των οποίων η δουλειά είναι να αγωνίζονται στα ρινγκ, καθιστώντας τη συνέχιση των μαχών δια της επιβολής τους στον αντίπαλο ως βιοποριστική αναγκαιότητα, η ενασχόληση με τις πολεμικές τέχνες θα έπρεπε να προάγει το πνεύμα ηρεμίας, ομόνοιας και συνύπαρξης, σε συνδυασμό με το δύσκολο έργο της αυτοβελτίωσης, στρέφοντας τη δημιουργική ματιά προς τον ίδιο τον εαυτό και αναχαιτίζοντας την επικριτική διάθεση πρός τούς άλλους!
Η ενασχόληση με τις μαχητικές/πολεμικές τέχνες είναι μια εκπαιδευτική διαδικασία την οποία οι γονείς δεν θα πρέπει να φοβούνται για τα παιδιά τους. Δυστυχώς, συνήθως, είναι διστακτικοί εξ αιτίας των βίαιων εικόνων όπως αυτές προβάλλονται απο τα σύγχρονα τηλεοπτικά θεάματα, τα οποία ερεθίζουν τα κατώτερα ένστικτα αντί να εμπνέουν τα αντίστοιχα ανώτερα. Πάντα παροτρύνω τους γονείς που συναντώ, να πάνε με τα παιδιά τους σε μια σχολή, ώστε να αρχίσουν απο αρκετά νωρίς στη ζωή τους να εξοικειώνονται με τις βασικές αρχές που διέπουν τις πολεμικές τέχνες, όπως α) την αποτελεσματική μετακίνηση και τοποθέτηση του σώματός τους στο χώρο και επι του αντιπάλου, β) την ορθή διαχείριση και ψυχολογία του νου τους σε στρεσογόνες/απαιτητικές συνθήκες, γ) τη βελτίωση των κινητικών και αντιληπτικών δεξιοτήτων τους μέσω της συστηματικής εξάσκησης και εκγύμνασης του σώματος, δ) την αύξηση της μαχητικής αλλά και αμυντικής δεινότητάς τους η οποία θα επιφέρει μια ταυτόχρονη αύξηση και στην αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμησή τους, ε) τη διάπλαση του χαρακτήρα τους δια της εκμάθησης του σεβασμού, της πειθαρχίας, του ήθους, της επιμονής, της υπομονής και της δρομολόγησης βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων στόχων που απαιτεί το Gung Fu (=σκληρή,επίμονη,επιμελής προσπάθεια), αλλά και πολλών βασικών αρχών επι πλέον!
Στο σενάριο λοιπόν που κάποιος-α έχει αφιερώσει αρκετά χρόνια της ζωής του χτίζοντας, δημιουργώντας και αναζητώντας τρόπους αυτοβελτίωσης, αν και όλο αυτό ξεκινάει διαμέσω ενός αντιπάλου/συνασκούμενου, αναπόδραστα καταλήγει πίσω στον ίδιο. Η ματιά στρέφεται έσωθεν. Δεν τον απασχολεί ο φτηνός ανταγωνισμός ή η ρηχή σύγκριση με τους άλλους, αλλά τον ερεθίζει ένας δημιουργικός συναγωνισμός ο οποίος και πάλι έχει ως τελικό αποδέκτη τον ίδιο τον εαυτό και την ανέλιξή του. Συντελείται τόσο μεγάλο έργο εσωτερικά που μόνη αξία φαντάζει αυτή, με αποτέλεσμα να επισκιάζει ανώριμες συμπεριφορές και ανώφελους διαπληκτισμούς. Η εσωτερική φωνή είναι επιτακτική και ξεκάθαρη, ΓΙΝΕ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ / ΦΤΑΣΕ ΟΠΟΥ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ, για να χρησιμοποιήσω τα λόγια δυο αξεπέραστων φιλοσόφων. Όλα αυτά προφανώς δεν μπορούν να επιτευχθούν, αν η σκέψη πίσω απο την εκπαίδευση στις πολεμικές τέχνες είναι η υπερίσχυση ή η συντριβή του άλλου. Έτσι, το εγώ παραμένει μικρό, αδύναμο και απαίδευτο, πάντα στα σκοτάδια της προσωπικής ανασφάλειας, όπου η ζέση του φωτός των πολεμικών τεχνών, αν και δύναται, δεν του επιτρέπεται να φτάσει.
Γίνεται εύκολα αντιληπτό οτι η συστηματική ενασχόληση με τις πολεμικές τέχνες – το Wushu εν προκειμένω – διέπεται τελικά απο το πνεύμα της αποφυγής ή παύσης τής μάχης, κάτι που ίσως να φαντάζει και να ακούγεται ώς σχήμα οξύμωρο. Αν όμως αναζητηθεί σωστά, με τα χρόνια και την εξάσκηση θα διυλιστεί και θα αποκαλυφθεί στον “θηρεφτή” του! Οι δίαυλοι του συγκεκριμένου πνεύματος είναι οι εκπαιδευτές των σχολών. Προφανώς, αναλόγως του χαρακτήρα τους, του ήθους τους, των εμπειριών τους, των γνώσεών τους και του τρόπου θέασης της όλης διαδικασίας, αντίστοιχη θα είναι και η μετάδοση που θα εκπέμψουν στους μαθητές τους. Εδώ εισερχόμαστε σε μια άλλη ενδιαφέρουσα θεματολογία, με μεγάλες παγίδες αλλά και ευτυχήματα, που ακολουθούν το κομμάτι του σωστού ή λάθος εκπαιδευτή.
Αυτό που θέλω να κατανοήσουν οι μαθητές μου, αλλά κυρίως αυτοί που έρχονται με ξεκάθαρη τη διάθεση να μάθουν να μάχονται αντί να ασχοληθούν με το καθαυτό Gung Fu (χωρίς προφανώς να έχουν συνείδηση του τι ζητάνε και πόση προπόνηση και κόπο απαιτεί ακόμα κι αυτό), είναι οτι αν μάθουν απλά να μάχονται δεν θα έχουν μάθει Gung Fu, άν όμως μάθουν Gung Fu θα έχουν μάθει και να μάχονται!
“Για να φτάσεις στο μακριά, πρέπει να διασχίσεις το κοντά”